<<home

 

 

 

 

ΜΕΡΟΣ Z

 

ΣΥΝΟΨΗ

 

Στα πλαίσια αυτής της διατριβής μελετήθηκε λεπτομερώς η Νεοτεκτονική εξέλιξη της Κεντροδυτικής Πελοποννήσου. Από την όλη μελέτη βγήκαν τα παρακάτω γενικά συμπεράσματα, τα οποία αποτελούν και νέα στοιχεία για την γεωλογική έρευνα της περιοχής.

 

 

1.   ΓΕΩΛΟΓΙΑ

 

1.     Χαρτογραφήθηκε και μελετήθηκε μία νέα εμφάνιση της Ιονίου ενότητας στην Πελοπόννησο, στο βουνό Λάπιθας (περιοχή Καϊάφα) (Εικ. 2.7, 2.8).

 

2.     Η λιθοστρωματογραφική μελέτη των μεταλπικών αποθέσεων κατέληξε στη διάκριση των παρακάτω σχηματισμών από τους αρχαιότερους στους νεώτερους κατά λεκάνη:

 

α) Λεκάνη Κυπαρισσίας - Καλού Νερού (Εικ.2.13)

 

·       Σχηματισμός Ραχών (Ανώτερο Μειόκαινο?) (Εικ. 2.14)

·       Σχηματισμός Ψηλής Ράχης (Κατώτερο Πλειόκαινο ΝΝ-13) (Εικ. 2.15, 2.16)

·       Σχηματισμός Περιστερά - Σιδηροκάστρου (Ανώτερο Πλειόκαινο)

·       Σχηματισμός Μύρου (Κατώτερο Πλειστόκαινο ΝΝ-19)

·       Σχηματισμός Μουριατάδας - Κάκκαβα (Μέσο Πλειστόκαινο) (Εικ. 2.19)

·       Σχηματισμός Κυπαρισσίας - Καλού Νερού (Τυρρήνιο?) (Εικ. 2.20)

·       Σχηματισμός Καλού Νερού (Ανώτατο Πλειστόκαινο)

 

 

β) Λεκάνη Νέδα (Εικ. 2.21)

 

·       Σχηματισμός Ελαίας (Ανώτερο Πλειόκαινο)

·       Σχηματισμός Νέδα (Κατώτερο - Μέσο Πλειστόκαινο, ΝΝ-19 ΝΝ-20) (Εικ. 2.23, 2.24, 2.25)

·       Ερυθροπυριτικός κλαστικός σχηματισμός (Ανώτερο Πλειστόκαινο)

 

 

γ) Λεκάνη Ζαχάρως (Εικ. 2.29, 2.32)

 

ι) Ανατολική υπολεκάνη

 

·       Σχηματισμός Τσεμπερούλα (Ανώτερο Μειόκαινο - Κατώτερο Πλειόκαινο?) (Εικ. 2.30)

·       Σχηματισμός Λογγού (Ανώτερο Πλειόκαινο - Κατώτερο Πλειστόκαινο?) (Εικ. 2.31)

 

ιι) Δυτική υπολεκάνη

 

·       Σχηματισμός Ξηροχωρίου (Ανώτερο Πλειόκαινο) (Εικ. 2.33)

·       Σχηματισμός Άνυδρου (Ανώτερο Πλειόκαινο - Μέσο Πλειστόκαινο ΝΝ-20) (Εικ. 2.34)

·       Σχηματισμός Ζαχάρως (Κατώτερο - Μέσο Πλειστόκαινο)

·       Σχηματισμός Νεοχωρίου (Ανώτερο Πλειστόκαινο?)

 

3.     Διαπιστώθηκαν ασυμφωνίες μεταξύ των προαναφερθέντων σχηματισμών αλλά και πλευρικές μεταβάσεις (κυρίως στην λεκάνη της Ζαχάρως).

 

4.     Σε πολλές θέσεις των θαλάσσιων μεταλπικών αποθέσεων ανευρέθησαν και προσδιορίστηκαν μακρο- μικρο- και ναννο-απολιθώματα, τα οποία ανήκουν σε τρεις κυρίως στρωματογραφικούς ορίζοντες ι) Κατώτερου Πλειόκαινου (ΝΝ-13), ιι) Κατώτερου και Μέσου Πλειστοκαίνου (ΝΝ-19 & ΝΝ-20).

 

5.     Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η προέλευση των κροκαλών των κροκαλοπαγών του σχηματισμού Νέδα. Αυτές προέρχονται στο μεγαλύτερο ποσοστό από τα πετρώματα της ενότητας Πίνδου, σε μικρότερο ποσοστό από τα ανθρακικά πετρώματα της ενότητας Τρίπολης και σε πολύ μικρό ποσοστό από τα μεταμορφωμένα πετρώματα της ενότητας Αρνας. Η κροκαλομετρία δείχνει προσφορά υλικού από τα ανατολικά προς τα δυτικά και δεδομένου ότι ο σημερινός υδροκρίτης της λεκάνης Νέδα περικλείει πετρώματα μόνο της ενότητας Πίνδου, η λεκάνη Νέδα θα πρέπει να επικοινωνούσε έστω και περιοδικά με τη λεκάνη της Μεγαλόπολης, αφού στα ανατολικά και νότια περιθώριά της εμφανίζονται οι ενότητες Τρίπολης και Αρνας καθώς και ο σχηματισμός Δυρραχίου.

 

6.     Η θαλάσσια - λιμνοθαλάσσια ιζηματογένεση σε όλους τους στρωματογραφικούς ορίζοντες πραγματοποιήθηκε σε μικρό βάθος όχι μεγαλύτερο των 20m και σε σχετικά θερμά νερά.

 

7.     Η λιμναία ιζηματογένεση του σχηματισμού Τσεμπερούλα πραγματοποιήθηκε σε συνθήκες κανονικού ως θερμού κλίματος.

 

 

2.  ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

 

1.     Η  Κεντροδυτική Πελοπόννησος διακρίθηκε σε 6 αυτοτελείς μορφολογικές ενότητες, οι περισσότερες από τις οποίες έχουν επιμήκη άξονα διεύθυνσης E-W, ενώ μία και μάλιστα η πιο ανατολική έχει διεύθυνση επιμήκους άξονα NNW-SSE. Οι 6 μορφολογικές ενότητες είναι:

 

1.     Όρος Λάπιθας

2.     Όρος Μίνθη

3.     Όρος Τετράζιο

4.     Όρος Λύκαιο

5.     Λόφοι Νέδα

6.     Λόφοι Δώριου - Καλού Νερού

 

2.     Η μορφολογία των επιμέρους μορφολογικών ενοτήτων  δείχνει μία ασυμμετρία (ι) ως προς τη θέση του υδροκρίτη, (ιι) την κατανομή των λεκανών απορροής και του υδρογραφικού δικτύου και (ιιι) τη μορφολογική κλίση (Υδρογραφικά Δίκτυα α) Ζαχάρως, β) Νέδα, γ) Άνω Μεσσηνίας, εκτός κειμένου).

 

3.     Η γεωμορφολογική ασυμμετρία οφείλεται στη νεοτεκτονική δομή της περιοχής.

 

4.     Το υδρογραφικό δίκτυο αποτελείται από τους ακόλουθους μεγάλους ποταμούς ή ρέματα:

 

·       Υ/Δ Αμφίτα και Μαυροζούμενα

·       Υ/Δ Περιστερά

·       Υ/Δ Νέδα

·       Υ/Δ Τσεμπερούλα

·       Υ/Δ Άνυδρου

 

5.     Το Υ/Δ του Περιστερά είναι Vης τάξης, ενώ των Αμφίτα και Μαυροζούμενα είναι IVης και ενώνονται σχηματίζοντας κλάδο Vης τάξης, ο οποίος εκβάλλει στο Μεσσηνιακό κόλπο. Το Υ/Δ της Νέδα είναι VIης τάξης και εκβάλλει στον Κυπαρισσιακό κόλπο, ενώ Υ/Δ του μεν Ανυδρου είναι ΙVης τάξης και εκβάλλει στον Κυπαρισσιακό κόλπο, του δε Τσεμπερούλα είναι Vης τάξης και ενώνεται με τον Αλφειό στη λεκάνη του Πύργου.

 

6.     Οι κύριοι κλάδοι του Υ/Δ ελέγχονται από τις νεοτεκτονικές ρηξιγενείς ζώνες και ρήγματα που έχουν μέση διεύθυνση E-W, οι δε μικρότερης τάξης κλάδοι ελέγχονται από την διεύθυνση των λεπών και των αξόνων των πτυχών, που ανάλογα με την περιοχή έχουν διεύθυνση NE-SW, N-S ή NNW-SSE και σε πολύ ακραίες περιπτώσεις WNW-ESE.

 

7.     Η ποσοτική ανάλυση του Υ/Δ του ποταμού Νέδα έδειξε τα ακόλουθα (Πίνακες 3-1, 3-2, 3-3):

 

a)      Ασύμμετρη κατανομή των λεκανών 3ης τάξης  ως προς την κύρια κοίτη του(Εικ. 3.4).

 

b)      Το Υ/Δ βόρεια της κύριας κοίτης είναι δενδριτικού τύπου, ενώ νότια είναι περισσότερο ορθογωνικού και λιγότερο δενδριτικού τύπου. Αν και παρατηρείται σημαντική διαφοροποίηση στην κατανομή του αριθμού των ρευμάτων από λεκάνη σε λεκάνη, τούτο είναι μέσα στα πλαίσια του νόμου του HORTON.

 

c)      Ο συνολικός αριθμός ρευμάτων (ΣL) ανά λεκάνη  κυμαίνεται από 7 μέχρι 40. Οι μεγάλες αυτές αποκλίσεις πρέπει να αποδοθούν κυρίως στη λιθολογία(Εικ. 3.5, 3.6).

 

d)      Τα ρεύματα 1ης τάξης που αναπτύσσονται στους  μεταλπικούς σχηματισμούς βόρεια της κύριας κοίτης έχουν την ίδια διεύθυνση με τα ρήγματα NE-SW. Δευτερευόντως υπάρχουν και κλάδοι με διεύθυνση NNW-SSE ή NW-SE.

 

e)      Τα ρεύματα 1ης  τάξης, που αναπτύσσονται πάνω στους αλπικούς σχηματισμούς της ενότητας Πίνδου και βόρεια του κύριο κλάδου, έχουν διεύθυνση NNW-SSE, N-S ή NE-SW ανάλογα με τη διεύθυνση των λεπών και των αξόνων των πτυχών στη συγκεκριμένη περιοχή. Στην περίπτωση που η διεύθυνση των κλάδων είναι Ε-W τότε ταυτίζονται με την διεύθυνση των ρηγμάτων.

 

f)      Νότια του κύριου κλάδου, τα ρεύματα 1ης τάξης έχουν δύο διευθύνσεις, Ν-S οπότε συμπίπτουν με τη διεύθυνση των λεπών και των αξόνων των πτυχών, ή E-W οπότε συμπίπτουν με τη διεύθυνση των ρηγμάτων.

 

g)      Τα προαναφερθέντα για τους  κλάδους 1ης  τάξης ισχύουν και για τους κλάδους 2ης τάξης.

 

h)     Οι κλάδοι 3ης τάξης που αναπτύσσονται πάνω στα πετρώματα της ενότητας Πίνδου ακολουθούν κυρίως τις γραμμές της αλπικής τεκτονικής, δηλαδή βόρεια της κύριας κοίτης έχουν διεύθυνση NE-SW και νότια N-S. Στο ανατολικό τμήμα η κυριαρχούσα διεύθυνση είναι E-W.

 

i)       Οι τιμές του Rb1,2 δεν παρουσιάζουν μεγάλες αποκλίσεις από τις αναμενόμενες τιμές. Οι μεγάλες τιμές πρέπει να σχετίζονται με την επιμήκυνση των λεκανών, η οποία ελέγχεται από την τεκτονική κυρίως την αλπική.

 

j)       Οι τιμές του Rb2,3 όμως παρουσιάζουν σημαντικές αποκλίσεις από τις αναμενόμενες τιμές. Οι μεγάλες τιμές πρέπει να σχετίζονται με την επιμήκυνση των λεκανών, η οποία και σ' αυτή την περίπτωση ελέγχεται κυρίως από την αλπική τεκτονική.

 

k)     Ο  Rb1,2 δεν φαίνεται να έχει κάποια συγκεκριμένη εξάρτηση από το εμβαδόν των λεκανών, κάτι που φαίνεται ότι συμβαίνει για τον Rb2,3 (Εικ. 3.6).

 

l)       Το συνολικό μήκος των ρευμάτων (ΣL) αυξάνει όταν αυξάνει και το εμβαδόν των λεκανών (Εικ. 3.7).

 

m)    Οι μεγάλες αποκλίσεις στις τιμές του μέσου μήκους των ρευμάτων (Lu) είναι ανεξάρτητη από την επιφανειακή ανάπτυξη των γεωλογικών σχηματισμών παρατηρούνται δε στις λεκάνες με μεγάλες τιμές Ολικού ανάγλυφου (Η), οι οποίες βρίσκονται κοντά στον υδροκρίτη της λεκάνης (Εικ. 3.8).

 

n)     Οι συντελεστές μήκους R1,2 και R3,2 δεν φαίνεται να εξαρτώνται από τη λιθοστρω-ματογραφία των σχηματισμών πάνω στους οποίους αναπτύσσονται, αλλά κυρίως από την τεκτονική.

 

o)     Η πυκνότητα αποχέτευσης (D) εξαρτάται από το μέσο υψόμετρο, τη μέση κλίση της λεκάνης, την ενέργεια ανάγλυφου και την τεκτονική δομή της ευρύτερης περιοχής.

 

p)     Η συχνότητα (F) επηρεάζεται από την λιθολογία, την τεκτονική και την καρστικοποίηση.

 

q)      Υπάρχει στενή σχέση μεταξύ του εμβαδού των λεκανών ΙΙΙ τάξης και της φύσης του γεωλογικού υποβάθρου. Οι πιο μεγάλες αναπτύσσονται στους αλπικούς και οι μικρότερες στους μεταλπικούς σχηματισμούς, οι δε αποκλίσεις οφείλονται στην επίδραση της νεοτεκτονικής παραμόρφωσης.

 

r)      Ο κλάδος 4ης τάξης που αναπτύσσεται στις μεταλπικές αποθέσεις έχει διεύθυνση NNW-SSE, ίδια με τη διεύθυνση των ρηγμάτων. Αντίθετα, οι διευθύνσεις των κλάδων 4ης τάξης που αναπτύσσονται πάνω στους αλπικούς σχηματισμούς έχουν επηρεασθεί τόσο από την αλπική τεκτονική όσο και από τη νεοτεκτονική.

 

s)      Οι διευθύνσεις των κλάδων 5ης τάξης έχουν καθοριστεί από τη νεοτεκτονική (ρηξιγενείς ζώνες, ρήγματα).

 

8.     Στη λεκάνη της Ζαχάρως αναπτύσσονται δύο υδρογραφικά δίκτυα, του Τσεμπερούλα ανατολικά που είναι παραπόταμος του Αλφειού και του Άνυδρου δυτικά που εκβάλλει στον Κυπαρισσιακό κόλπο (Υδρογραφικό Δίκτυο Ζαχάρως εκτός κειμένου). Οι διευθύνσεις των ρευμάτων όλων των τάξεων έχουν επηρεασθεί από την τεκτονική αλλά κυρίως από την νεοτεκτονική παραμόρφωση της περιοχής.

 

9.     Οι  παρατηρούμενες  διαφοροποιήσεις  στον συνολικό αριθμό των ρευμάτων (ΣΝ) των κύριων Υ/Δ σε σχέση με τις εκτάσεις των αντίστοιχων λεκανών, οφείλονται κυρίως στη νεοτεκτονική παραμόρφωση της περιοχής (Πίνακας 3-4).

 

10.  Η γεωγραφική κατανομή των επιφανειών ισοπέδωσης που έχουν δημιουργηθεί πάνω στους αλπικούς σχηματισμούς υποδηλώνει την ύπαρξη τουλάχιστον τριών ρηξιτεμαχών (Μίνθης, Λύκαιου και Τετράζιου), τα οποία "λειτουργούν" σαν δίπολα που περιστρέφονται γύρω από οριζόντιο άξονα διεύθυνσης E-W προς νότο (Χάρτης Επιφανειών ισοπέδωσης, Χάρτης Μορφολογικών Κλίσεων).

 

11.  Οι επιφάνειες ισοπέδωσης που έχουν δημιουργηθεί πάνω στις θαλάσσιες κατω- μεσο-πλειστοκαινικές αποθέσεις υποδηλώνουν περιστροφή γύρω από οριζόντιο άξονα διεύθυνσης E-W, προς βορρά.

 

12.  Οι κλίσεις των πρανών των κοιλάδων που έχουν δημιουργηθεί στους μεταλπικούς σχηματισμούς εξαρτώνται από την κλίση των στρωμάτων με μικρές τιμές μορφολογικών κλίσεων όταν κλίση των στρωμάτων είναι ομόρροπη και μεγάλες όταν η κλίση είναι αντίρροπη, με ανάλογη επίδραση στο σχήμα των κοιλάδων (Χάρτης Μορφολογικών Κλίσεων).

 

13.  Οι ασυνέχειες μορφολογικής κλίσης στο χάρτη μορφολογικών κλίσεων έχουν διεύθυνση κυρίως E-W και σχετίζονται με ρηξιγενείς ζώνες και ρήγματα ανάλογης διεύθυνσης (Χάρτης Μορφολογικών Κλίσεων).

 

14.  Η κατά βάθος διάβρωση παρουσιάζεται πολύ πιο έντονη εγκάρσια προς τη γενική διεύθυνση των μορφολογικών ασυνεχειών, δηλαδή εγκάρσια προς τη διεύθυνση των ρηξιγενών ζωνών Κυπαρισσίας - Αετού, Νέδα Λέπρεου - Ν. Φιγάλειας κλπ (Χάρτης Μορφολογικών Κλίσεων).

 

15.  Η καρστικοποίηση και η κίνηση των υπόγειων νερών στα ανθρακικά πετρώματα της ενότητας Γαβρόβου - Τρίπολης, έχουν καθοριστεί σε μεγάλο βαθμό από την προφλυσχική τεκτονική και κυρίως από τη νεοτεκτονική και λιγότερο από τις ευστατικές κινήσεις.

 

16.  Η καρστικοποίηση και η κίνηση των υπόγειων νερών στους ανωκρητιδικούς ασβεστόλιθους της ενότητας Πίνδου φαίνεται ότι έχει καθοριστεί σε μεγάλο βαθμό στις περιοχές Λύκαιου και Μίνθης από την αλπική τεκτονική και τη νεοτεκτονική παραμόρφωση που έλαβε χώρα κατά τα πρώτα στάδια της νεοτεκτονικής εξέλιξης της περιοχής και λιγότερο και σε τοπικό επίπεδο κατά τα τελευταία στάδια.

 

17.  Η καρστικοποίηση και η κίνηση των υπόγειων νερών στους μεταλπικούς σχηματισμούς έχει καθοριστεί από τη παραμόρφωση της περιοχής κατά τα τελευταία 1 Μα.

 

 

3.     ΤΕΚΤΟΝΙΚΗ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

 

1.     Από την τεκτονική – νεοτεκτονική μελέτη των νεοτεκτονικών μακροδομών της Κεντροδυτικής Πελοποννήσου σε όλες τις κλίμακες παρατήρησης προέκυψε ότι η δεσπόζουσα νεοτεκτονική μακροδομή 1ης τάξης στην περιοχή μελέτης, είναι το «σύνθετο τεκτονικό βύθισμα Μεγαλόπολης – Λύκαιου – Μίνθης – Τετράζιου (ΜΕΛΥΜΙΤΕ)», μέσα στο οποίο αναπτύσσονται οι μικρότερης τάξης νεοτεκτονικές μακροδομές (τεκτονικά βυθίσματα Ζαχάρως, Νέδα, Μεγαλόπολης, Βόρειο τμήμα Καλαμάτας – Κυπαρισσίας και τεκτονικά κέρατα Μίνθης, Λύκαιου και Τετράζιου) (Εικ. 4.2, 4.4).

 

2.     Το σύνθετο τεκτονικό βύθισμα ΜΕΛΥΜΙΤΕ αποτελεί μία σύνθετη πλαστικοθραυσιγενούς τύπου νεοτεκτονική δομή, ήτοι μία μεγαδομή την οποία μπορεί να θεωρήσει κανείς σαν μία μεγαπτυχή συγκλινικού τύπου αν λάβει υπόψη του τις γεωτεκτονικές ενότητες και ταυτόχρονα μπορεί να το θεωρήσει ένα τεκτονικό βύθισμα, αφού οριοθετείται και από μεγάλες ρηξιγενείς ζώνες.

 

3.     Το σύνθετο τεκτονικό βύθισμα ΜΕΛΥΜΙΤΕ δεν είχε μία ενιαία νεοτεκτονική παραμόρφωση και εξέλιξη σε όλο το χώρο του. Την ίδια χρονική περίοδο, σε καθένα τμήμα του (νεοτεκτονική δομή 2ης, 3ης, … τάξης) μπορούν να διακριθούν συνθήκες παραμόρφωσης και περιβάλλοντος εξέλιξης, οι οποίες είναι εντελώς διαφορετικές από άλλα γειτονικά τμήματά του. Η διαφοροποίηση αυτή μπορεί να διατηρηθεί όχι μόνο σε ένα στάδιο εξέλιξης αλλά σε περισσότερα, δεν είναι δε λίγες οι φορές κατά τις οποίες η διαφοροποίηση αυτή αντιστρέφεται. Πιο απλά, το σύνθετο τεκτονικό βύθισμα ΜΕΛΥΜΙΤΕ αποτελείται από ένα μωσαϊκό μικρότερων ρηξιτεμαχών (blocks), τα οποία μπορούν να συμπεριφέρονται διαφορετικά το καθένα κατά τη διάρκεια της εξέλιξής τους.

 

4.     Η παραμόρφωση κατά τη νεοτεκτονική περίοδο δεν εντοπίζεται μόνο στα περιθώρια του σύνθετου τεκτονικού βυθίσματος ΜΕΛΥΜΙΤΕ, αλλά και μέσα στο εσωτερικό του τμήμα, στο οποίο κατά θέσεις παρουσιάζει μεγαλύτερη ένταση. Η ένταση αυτή της παραμόρφωσης είναι σημαντικά μεγαλύτερη στο εσωτερικό (ειδικά κατά τα τελευταία στάδια) από ό,τι σε ορισμένες θέσεις κατά μήκος των περιθωρίων του ΜΕΛΥΜΙΤΕ, όπου κατά τεκμήριο κατά τα τελευταία στάδια είναι σημαντικά εξασθενημένη, παρατηρείται δηλαδή μία μετανάστευση της δράσης από τα περιθώρια στο εσωτερικό, τόσο του ΜΕΛΥΜΙΤΕ, όσο και των 2ης, 3ης, … τάξης νεοτεκτονικών μακροδομών που το αποτελούν.

 

5.     Από τη μελέτη των ρηξιγενών ζωνών που καθορίζουν τα όρια μεταξύ των νεοτεκτονικών μακροδομών προκύπτει ότι η κυρίαρχη διεύθυνση στο δυτικό τμήμα είναι E-W, ενώ στο ανατολικό τμήμα NNW-SSE. Το άλμα τους δεν είναι σταθερό σε όλο το μήκος τους, αλλά αυξάνει από τα ανατολικά προς τα δυτικά για τις ρηξιγενείς ζώνες με διεύθυνση E-W και από τα νότια προς τα βόρεια για τις ρηξιγενείς ζώνες με διεύθυνση NNW-SSE.

 

6.     Τα ρήγματα που αποτελούν τις ρηξιγενείς ζώνες έχουν κλιμακωτή (en echelon) διάταξη.

 

7.     Τα ρήγματα που παρατηρήθηκαν μέσα στις νεοτεκτονικές μακροδομές 2ης στις περιοχές μεταξύ των ρηξιγενών έχουν διάφορες διευθύνσεις κυρίαρχες όμως είναι NNW-SSE και E-W στο δυτικό τμήμα και E-W και NNW-SSE στο ανατολικό τμήμα (Εικ. 4.6, 4.7, 4.8, 4.11, 4.13, 4.14, 4.15, 4.16).

 

8.     Οι γραμμές προστριβής που παρατηρήθηκαν στις επιφάνειες των ρηγμάτων, είχαν σημαντική οριζόντια συνιστώσα κίνησης άλλοτε αριστερόστροφη και άλλοτε δεξιόστροφη. Πάντως στις ρηξιγενείς ζώνες κυριαρχεί η αριστερόστροφη συνιστώσα στα παλαιότερα στάδια και η δεξιόστροφη στα νεότερα.

 

9.     Η νεοτεκτονική παραμόρφωση εκφράζεται όχι μόνο με ρήγματα, αλλά και με πτυχές, δομές από τις οποίες άλλες έχουν πρωτεύουσα και άλλες δευτερεύουσα σημασία στη νεοτεκτονική δομή και εξέλιξη της περιοχής. Οι πτυχές και εν γένει η πλαστική παραμόρφωση, η οποία δεν γίνεται εύκολα αντιληπτή στην επιφάνεια λόγω της έντονης παρουσίας του θραυσιγενούς τεκτονισμού, έχει παίξει καθοριστικό ρόλο τόσο στη δημιουργία του σύνθετου τεκτονικού βυθίσματος ΜΕΛΥΜΙΤΕ (ένα μεγα-σύγκλινο σε επίπεδο γεωτεκτονικών ενοτήτων), όσο και στην εξέλιξή του, ιδιαίτερα των 2ης, 3ης, … τάξης νεοτεκτονικών μακροδομών. Επιπλέον έχει επηρεάσει σημαντικά τις μορφογενετικές διαδικασίες. Η σημερινή εικόνα είναι αποτέλεσμα των προαναφερθεισών περιπτώσεων.

 

10.  Τα κύρια ρήγματα ή οι μεγάλες ρηξιγενείς ζώνες:

 

·       Οριοθετούν τόσο την 1ης τάξης νεοτεκτονική μακροδομή ΜΕΛΥΜΙΤΕ από τις γειτονικές νεοτεκτονικές μακροδομές (π.χ. Λάπιθας, όρη Κυπαρισσίας), όσο και τις 2ης, 3ης κλπ. Τάξης νεοτεκτονικές μακροδομές μεταξύ τους.

·       Οριοθετούν τόσο παλαιογεωγραφικά όσο και σήμερα γεωλογικούς σχηματισμούς.

·       Μεταθέτουν σημαντικά τους εκατέρωθεν ευρισκόμενους σχηματισμούς

·       Όχι μόνο παρεμβαίνουν, αλλά καθορίζουν τις μορφογενετικές διαδικασίες μέσα από τη δημιουργία μορφολογικών ασυνεχειών, κάμψεων των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου, οριοθέτηση αναβαθμίδων ή επιφανειών ισοπέδωσης.

·       Είναι δυνατόν να έδρασαν σε ένα στάδιο, σε διαδοχικά στάδια ή σε μη διαδοχικά στάδια.

 

11.  Μερικά από τα ρήγματα που έχουν δράσει σε ένα συγκεκριμένο στάδιο, εμφανίζονται να έχουν δράσει κυρίως σε μία καθορισμένη περιοχή, ενώ σπάνια έδρασαν σε άλλες θέσεις. Σε αρκετές περιπτώσεις, η δράση ρηγμάτων σε επόμενο στάδιο, φαίνεται να μετατίθεται σε άλλο γεωγραφικό χώρο γειτονικό στον προηγούμενο, συνήθως προς το εσωτερικό των λεκανών (παράδειγμα η μετατόπιση των ρηξιγενών ζωνών Κυπαρισσίας – Αετού στον Περιστερά ποταμό και της Βόρειας ρηξιγενούς ζώνης του Λάπιθα στον Αλφειό ποταμό). Τούτο σε ορισμένες περιπτώσεις (π.χ. Λάπιθας) θα μπορούσε να έχει σχέση με φαινόμενα διαπειρισμού, των οποίων η δράση θα ήταν δυνατόν να είχε αντίστοιχη διάρκεια.

 

12.  Το κινηματικό καθεστώς ορισμένων ρηγμάτων αλλάζει στη διάρκεια της νεοτεκτονικής εξέλιξης κατά τα διαδοχικά ή μη στάδια, με αποτέλεσμα να υπάρχει και αντίστοιχη εικόνα στα εκατέρωθεν τεμάχη που οριοθετούν. Ένας συνδυασμός τέτοιων περιπτώσεων ρηγμάτων οριοθετεί ρηξιτεμάχη, τα οποία δημιουργούν στο ένα στάδιο τεκτονικό βύθισμα και σε επόμενο στάδιο τεκτονικό κέρας. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της ρηξιγενούς ζώνης Νέδα, η οποία ενώ στα αρχικά στάδια συνέβαλε στη δημιουργία του ομώνυμου τεκτονικού βυθίσματος, οπότε το βόρειο τέμαχος κατερχόταν και το νότιο ανερχόταν, στο τελευταίο στάδιο αντιστράφηκε έτσι ώστε, το βόρειο τέμαχος να ανέρχεται και το νότιο σχετικά να κατέρχεται.

 

13.  Όμως η αλλαγή στο κινηματικό καθεστώς ορισμένων ρηγμάτων δεν σημαίνει ταυτόχρονα και αλλαγή στο εντατικό πεδίο του ευρύτερου χώρου, το οποίο κατά την γνώμη μας δεν πρέπει να έχει αλλάξει σημαντικά σε όλο το χρονικό διάστημα εξέλιξης του σύνθετου τεκτονικού βυθίσματος ΜΕΛΥΜΙΤΕ. Δηλαδή τα κύρια χαρακτηριστικά στη γεωμετρία των ρηγμάτων και η παρουσία της οριζόντιας συνιστώσας μικρής ή μεγάλης είναι σχεδόν παντού σταθερά. Οι διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται έχουν κυρίως τοπικό χαρακτήρα, σε ορισμένες δε περιπτώσεις μπορεί και να συνδέονται με φαινόμενα διαπειρισμού, κάτι που έχει διαπιστωθεί στο γειτονικό τεκτονικό βύθισμα Πύργου – Ολυμπίας (ΛΕΚΚΑΣ et al., 1992).

 

14.  Ορισμένα από τα ρηξιτεμάχη λειτουργούν συνεχώς σαν τεκτονικά βυθίσματα ή τεκτονικά κέρατα. Τέτοιες περιπτώσεις είναι τα τεκτονικά κέρατα Μίνθης, Τετράζιου, Λύκαιου, τα τεκτονικά βυθίσματα Κυπαρισσίας – Καλού Νερού, Μεγαλόπολης κλπ..

 

15.  Οι περισσότερες ρηξιγενείς ζώνες ή και ρήγματα παρουσιάζουν περιστροφή των εκατέρωθεν τεμαχών, ενώ ο συνδυασμός τέτοιων ρηξιγενών ζωνών προκαλεί περιστροφές ρηξιτεμαχών που φανερώνουν και ανάλογο εντατικό πεδίο.

 

16.  Τα πλέον σύγχρονα ρήγματα και ρηξιγενείς ζώνες, ειδικά αυτά που βρίσκονται στο NW τμήμα, πρέπει να συνδέονται με την παρουσία διαπείρων σε βαθύτερα ή όχι σημεία. Τέτοιες περιπτώσεις έχουν αναφερθεί, στη χερσόνησο της Κυλλήνης από τους ΜΑΡΙΟΛΑΚΟ et al., 1989, όπου παρατηρήθηκε ενεργοποίηση των ρηγμάτων (που έδρασαν ούτως ή άλλως στο Ολόκαινο) κατά τους σεισμούς της 16-8-1988.

 

17.  Νεοτεκτονικές πτυχές απαντώνται τόσο σε μεταλπικούς σχηματισμούς, όσο και σε αλπικούς σχηματισμούς, σε διάφορες κλίμακες, με γωνία σκελών που ποικίλει. Πάντως ο κανόνας είναι ότι, όσο νεότερη είναι η πτυχή τόσο μεγαλύτερη είναι και η γωνία των σκελών. Επιπλέον πρέπει να τονιστεί ότι οι πτυχές αυτές δεν έχουν δημιουργηθεί σε συνθήκες βάθους (θεωρητικά περιοχή πλαστικής παραμόρφωσης), αλλά σε συνθήκες επιφανειακές (θεωρητικά περιοχή θραυσιγενούς παραμόρφωσης) και βέβαια δεν είναι δυνατόν να ισχυριστεί κανείς ότι πρόκειται για ιζηματογενείς δομές, δεδομένου ότι έχουν παραμορφωθεί όλα τα στρώματα του σχηματισμού (π.χ. Τσεμπερούλα) και όχι τμήμα τους, η δε γεωμετρία τους (διεύθυνση άξονα) είναι σταθερή και συγκεκριμένη σε κάθε περίπτωση (Εικ. 4.52 έως 4.66, Πίνακες 4-1, 4-2, 4-3, 4-4).

 

18.  Η μελέτη της παραμόρφωσης του αλπικού τεκτονικού ιστού στο σύνθετο νεοτεκτονικό βύθισμα ΜΕΛΥΜΙΤΕ (Τεκτονικός Χάρτης, εκτός κειμένου και Εικ. 4.69 έως 4.93) κατά τη νεοτεκτονική περίοδο έδειξε τα ακόλουθα:

 

·       Στο τεκτονικό κέρας της Μίνθης, κυρίαρχη διεύθυνση των λεπών και των αξόνων των πτυχών είναι η NE-SW.

·       Στο τεκτονικό κέρας του Τετράζιου, κυρίαρχη διεύθυνση των λεπών και των αξόνων των πτυχών είναι η N-S.

·       Στη σύνθετη μορφοτεκτονική δομή των ορέων της Κυπαρισσίας, κυρίαρχη διεύθυνση των λεπών και των αξόνων των πτυχών είναι η ΝNW-SSE.

·       Στο σύνολό τους, τα λέπη και οι άξονες των πτυχών στις τρεις προαναφερθείσες δομές, παρουσιάζουν μια τοξοειδή μορφή της οποίας το κυρτό μέρος βρίσκεται προς το χώρο του Κυπαρισσιακού κόλπου.

·       Ταυτόχρονα, σε τομή διεύθυνσης N-S, η βύθιση των αξόνων των πτυχών της Πίνδου στο εσωτερικό του σύνθετου νεοτεκτονικού βυθίσματος ΜΕΛΥΜΙΤΕ, στην επιφάνεια σχηματίζει μια μορφή μεγα-αντικλίνου με άξονα διεύθυνσης E-W, που έχει δημιουργηθεί μεταξύ των ορέων Κυπαρισσίας και Λάπιθα (Εικ. 4.92).

 

 

4. ΣΕΙΣΜΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ

 

Στο χώρο του ΜΕΛΥΜΙΤΕ δεν έχουν αναφερθεί μεγάλοι και καταστρεπτικοί σεισμοί, όπως συμβαίνει στην περιβάλλουσα περιοχή της Μεσσηνίας και της Ηλείας. Εξαίρεση αποτελούν η περιοχή της Μεγαλόπολης, της Κυπαρισσίας και της Άνω Μεσσηνίας.

 

Η γεωγραφική κατανομή των σεισμικών επικέντρων των σεισμών με μέγεθος >4.0 και των σεισμών με μέγεθος <5.0, ενώ είναι πολύ διαφορετική για τον ευρύτερο χώρο, συμπίπτουν όμως στο ότι μέσα στο ΜΕΛΥΜΙΤΕ παρατηρείται πολύ μικρή διασπορά (Εικ. 5.4).

 

Ο χάρτης της Εικ. 5.5 δείχνει ότι υπάρχουν συγκεντρώσεις σεισμικών επικέντρων, με πολύ καλή ακρίβεια προσδιορισμού του επικέντρου (5 – 10km), οι οποίες μπορούν να ταυτιστούν με χαρακτηριστικές μορφοτεκτονικές δομές της Δυτικής Πελοποννήσου (Αλφειός π. Νέδα π. ρηξιγενής ζώνη Μέλπειας, ρηξιγενής ζώνη Κυπαρισσίας – Αετού, άξονα νεοτεκτονικής μακροπτυχής Φιλιατρών).

 

 

5. ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ

 

5.1 Στάδια νεοτεκτονικής εξέλιξης

 

Η νεοτεκτονική εξέλιξη της περιοχής συνοψίζεται στα στάδια του πίνακα που ακολουθεί:

 

ΣΤΑΔΙΟ ΕΞΕΛΙΞΗΣ

ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Α

(Εικ. 6.1)

Ανώτερο Μέσο Μειόκαινο(;) – Ανώτερο Μειόκαινο

1.      Έναρξη δημιουργίας του 1ης τάξης σύνθετου τεκτονικού βυθίσματος ΜΕΛΥΜΙΤΕ

2.      Δραστηριοποίηση των περιθωριακών Ρ.Ζ. Κυπαρισσίας – Αετού, Βόρεια και Νότια Λάπιθα και ανατολικών περιθωρίων λεκάνης Μεγαλόπολης

3.      Πιθανή έναρξη δημιουργίας και εξέλιξης μιας μεγα-αντικλινικής δομής της ενότητας Πίνδου στην επιφάνεια, και μιας μεγα-συγκλινικής δομής στην επιφάνεια της επώθησής της πάνω στην ενότητα Τρίπολης στο βάθος.

4.      Παρουσία σημαντικής οριζόντιας συνιστώσας κατά τη δραστηριοποίηση των Ρ.Ζ. δημιουργεί παρέλξεις στον αλπικό τεκτονικό ιστό (άξονες πτυχών, εφιππεύσεις κλπ.)

5.      Ταυτόχρονη δημιουργία των 2ης τάξης τεκτονικών βυθισμάτων Ζαχάρως και Κυπαρισσίας - Καλού Νερού. Έναρξη απόθεσης του σχηματισμού Τσεμπερούλα (λιμναία φάση) στη λεκάνη της Ζαχάρως και απόθεση του σχηματισμού Ραχών (θαλάσσια) στη λεκάνη Κυπαρισσίας - Καλού Νερού, ενώ στον υπόλοιπο χώρο επικρατεί καθεστώς διάβρωσης

6.      Έναρξη δημιουργίας μορφογενετικών διαδικασιών (επιφάνειες ισοπέδωσης - υδρογραφικού δικτύου)

 

Β

(Εικ. 6.2)

Ανώτερο Μειόκαινο – Κατώτερο Κάτω Πλειόκαινο (NN-12)

1.      Ομοιογενοποίηση του κινηματικού καθεστώτος, σχεδόν παντού παρατηρούνται ανοδικές κινήσεις

2.      Δραστηριοποίηση των Ρ.Ζ. τμήμα της Κυπαρισσίας- Αετού, Μίνθης, Β.και Ν. Λάπιθα, Πάμισου, ανατολικού περιθωρίου Μεγαλόπολης, Ταξιαρχών

3.      Η παρουσία σημαντικής οριζόντιας συνιστώσας κατά τη δραστηριοποίηση των Ρ.Ζ. δημιουργεί παρέλξεις στον αλπικό τεκτονικό ιστό (άξονες πτυχών, εφιππεύσεις κλπ.)και περιστροφή ρηξιτεμαχών γύρω από οριζόντιους και κατακόρυφους άξονες

4.      Έναρξη δημιουργίας πτυχών στα ιζήματα του τεκτονικού βυθίσματος Ζαχάρως με άξονες πτυχών διεύθυνσης περίπου Ε-W και κανονικών και ανάστροφων ρηγμάτων (συνιζηματογενής τεκτονισμός)

5.      Συνέχιση εξέλιξης της μεγα-αντικλινικής δομής στην ενότητα Πίνδου με άξονα διεύθυνσης Ε-W

 

Γ

(Εικ. 6.3)

Κατώτερο Κάτω Πλειόκαινο (ΝΝ-12) – Κάτω Πλειόκαινο (ΝΝ-13)

1.      Η δραστηριοποίηση της Ρ.Ζ. Μέλπειας «χαλάει» την γεωμετρία του ΜΕΛΥΜΙΤΕ και αρχίζει η δημιουργία του τεκτονικού βυθίσματος Καλαμάτας-Κυπαρισσίας

2.      Δραστηριοποίηση των Ρ.Ζ. Ταξιαρχών, Πάμισου, Νέδα, Αγαλιανής, Λύκαιου, ανατολικού περιθωρίου Μεγαλόπολης

3.      Η παρουσία σημαντικής οριζόντιας συνιστώσας κατά τη δραστηριοποίηση των Ρ.Ζ. δημιουργεί παρέλξεις στον αλπικό τεκτονικό ιστό (άξονες πτυχών, εφιππεύσεις κλπ.)και περιστροφή ρηξιτεμαχών γύρω από οριζόντιους και κατακόρυφους άξονες

4.      Έναρξη δημιουργίας του υδρογραφικού δικτύου της Νέδα με ασύμμετρη ανάπτυξη, πιθανή επικοινωνία με Ελισσώνα και Γκιωνόρεμα

5.      Θαλάσσια ιζηματογένεση στο δυτικό τμήμα της λεκάνης Κυπαρισσίας - Καλού Νερού (Σχηματισμός Ψηλής Ράχης)

 

Δ

(Εικ. 6.4)

Κάτω Πλειόκαινο (ΝΝ-13) – Ανώτερο Πλειόκαινο

1.      Η δραστηριοποίηση της Ρ.Ζ. Μέλπειας «χαλάει» την γεωμετρία του ΜΕΛΥΜΙΤΕ και αρχίζει η δημιουργία και εξέλιξη του τεκτονικού βυθίσματος Καλαμάτας-Κυπαρισσίας

2.      Δραστηριοποίηση των Ρ.Ζ. Κυπαρισσίας-Αετού, Μέλπειας, Ταξιαρχών, Πάμισου, Νέδα, Λύκαιου, ανατολικού περιθωρίου Μεγαλόπολης

3.      Έναρξη δημιουργίας των λεκανών Μεγαλόπολης και Άνω Μεσσηνίας σε καθεστώς διάβρωσης

4.      Η παρουσία σημαντικής οριζόντιας συνιστώσας κατά τη δραστηριοποίηση των Ρ.Ζ. δημιουργεί παρέλξεις στον αλπικό τεκτονικό ιστό (άξονες πτυχών, εφιππεύσεις κλπ.)και περιστροφή ρηξιτεμαχών γύρω από οριζόντιους και κατακόρυφους άξονες

5.      Εξέλιξη του υδρογραφικού δικτύου της Νέδα, πιθανή επικοινωνία με Ελισσώνα και Γκιωνόρεμα

6.      Στο τεκτονικό βύθισμα Κυπαρισσίας –Καλού Νερού δημιουργία πτυχών με άξονες διεύθυνσης περίπου N-S και ανάστροφων ρηγμάτων διεύθυνσης  NNW-SSE

7.      Ενεργοποίηση του ρήγματος Ραχών διεύθυνσης NW-SE

 

Ε

(Εικ. 6.5)

Ανώτερο Πλειόκαινο

1.      Δραστηριοποίηση των Ρ.Ζ. Κυπαρισσίας-Αετού, Μέλπειας, Ταξιαρχών, Πάμισου, Νέδα, Λέπρεου- Ν. Φιγάλειας, Μίνθης, Β. και Ν. Λάπιθα, Λύκαιου, ανατολικού περιθωρίου Μεγαλόπολης

2.      Έναρξη δημιουργίας του τεκτονικού βυθίσματος Νέδα

3.      Η παρουσία σημαντικής οριζόντιας συνιστώσας κατά τη δραστηριοποίηση των Ρ.Ζ. δημιουργεί παρέλξεις στον αλπικό τεκτονικό ιστό (άξονες πτυχών, εφιππεύσεις κλπ.)και περιστροφή ρηξιτεμαχών γύρω από οριζόντιους και κατακόρυφους άξονες

4.      Διακόπτεται η παράλληλη εξέλιξη των λεκανών Κυπαρισσίας- Καλού Νερού και Άνω Μεσσηνίας

5.      Η λεκάνη της Μεγαλόπολης μεταπίπτει σε κλειστό γεωμορφολογικό και υδρολογικό σύστημα (λίμνη) με απόθεση του σχηματισμού Μακρισίου, ενώ η λεκάνη της Άνω Μεσσηνίας μεταπίπτει σε κλειστό γεωμορφολογικό σύστημα.

6.      Εξέλιξη του υδρογραφικού δικτύου της Νέδα, πιθανή περιοδική επικοινωνία με Ελισσώνα και Γκιωνόρεμα

7.      Απόθεση των σχηματισμών Περιστεράς-Σιδηροκάστρου στη λεκάνη Κυπαρισσίας - Καλού Νερού και Ελαίας στη λεκάνη Νέδα (χερσαίες φάσεις), του σχηματισμού Λογγού στην ανατολική υπολεκάνη Ζαχάρως (λιμναία φάση) και του σχηματισμού Άνυδρου στη δυτική υπολεκάνη Ζαχάρως (λιμνοθαλάσσια φάση).

8.      Συνιζηματογενής τεκτονισμός σε όλη τη λεκάνη Ζαχάρως.

 

ΣΤ

(Εικ. 6.6)

Κατώτερο Πλειστόκαινο -

Μέσο Πλειστόκαινο

 

(1.6 Μα

-

0.44 Μα)

1.      Δραστηριοποίηση των Ρ.Ζ. Κυπαρισσίας-Αετού, Μέλπειας, Νέδα, Λέπρεου- Ν. Φιγάλειας, Μίνθης, δυτικό τμήμα Β. και Ν. Λάπιθα, Λύκαιου, ανατολικού περιθωρίου Μεγαλόπολης

2.      Βύθιση και πλήρωση με θαλάσσιες αποθέσεις του τεκτονικού βυθίσματος Νέδα (Σχ. Νέδα), τμήματος του τεκτονικού βυθίσματος Κυπαρισσίας-Καλού Νερού (Σχ. Μύρου) και του δυτικού τμήματος της λεκάνης της Ζαχάρως (Σχ. Ζαχάρως). Συνιζηματογενής τεκτονισμός

3.      Η παρουσία σημαντικής οριζόντιας συνιστώσας κατά τη δραστηριοποίηση των Ρ.Ζ. δημιουργεί παρέλξεις στον αλπικό τεκτονικό ιστό (άξονες πτυχών, εφιππεύσεις κλπ.)και περιστροφή ρηξιτεμαχών κυρίως γύρω από οριζόντιους άξονες

4.      Διακόπτεται η παράλληλη εξέλιξη των λεκανών Κυπαρισσίας- Καλού Νερού και Άνω Μεσσηνίας. Οι λεκάνες Άνω Μεσσηνίας και Δώριου ακολουθούν κοινή εξέλιξη αποτελώντας ένα ενιαίο κλειστό γεωμορφολογικό σύστημα που πληρώνεται με χερσαίες αποθέσεις.

5.      Στη λεκάνη της Μεγαλόπολης η δραστηριοποίηση των Ρ.Ζ. μετατοπίζεται προς τα δυτικά με αποτέλεσμα οι ανωπλειοκαινικές αποθέσεις (Σχ. Μακρισίου) να προβάλλουν στο ανατολικό περιθώριο της λεκάνης, η οποία εξακολουθεί να αποτελεί ένα κλειστό γεωμορφολογικό και υδρολογικό σύστημα (λίμνη) που περιοδικά επικοινωνεί με τη λεκάνη της Νέδα Πλήρωση της λεκάνης με ποταμοχερσαίες αποθέσεις (Σχ. Απιδίτσας, Δυρραχίου).

6.      Ασύμμετρη ανάπτυξη του υδρογραφικού δικτύου της Νέδα, περιοδική επικοινωνία του με Ελισσώνα και Γκιωνόρεμα

7.      Δεν υπήρχε επικοινωνία μεταξύ των λεκανών Μεγαλόπολης και Άνω Μεσσηνίας, ενώ υπήρχε περιοδική επικοινωνία μεταξύ των λεκανών Μεγαλόπολης και Νέδα αλλά και της περιοχής Δυρραχίου και της λεκάνης Κάτω Μεσσηνίας.

 

Η

(Εικ. 6.7)

0.44Μα

-

0.27Μα

1.      Δραστηριοποίηση των Ρ.Ζ. Περιστεράς, Αγαλιανής, Νέδα, Λέπρεου- Ν. Φιγάλειας, Μίνθης, δυτικό τμήμα Β. και Ν. Λάπιθα, Λύκαιου, ανατολικού περιθωρίου Μεγαλόπολης

2.      Συνεχίζεται η θαλάσσια ιζηματογένεση στα βυθίσματα Νέδα (Σχ. Νέδα) και του δυτικού τμήματος της Ζαχάρως (Σχ. Ζαχάρως). Συνιζηματογενής τεκτονισμός. Αντίθετα στη λεκάνη Κυπαρισσίας - Καλού Νερού αποτίθεται ο χερσαίος Σχ. Μουριατάδας – Κάκκαβα.

3.      Αρχίζουν και γενικεύονται οι ανοδικού χαρακτήρα κινήσεις σε όλη την υπόλοιπη περιοχή, όμως με διαφορετικούς ρυθμούς.

4.      Αποτέλεσμα της προαναφερθείσας κινηματικής ήταν να αλλάξει η αποστράγγιση των λεκανών Δωρίου και Άνω Μεσσηνίας.

5.      Η παρουσία σημαντικής οριζόντιας συνιστώσας κατά τη δραστηριοποίηση των Ρ.Ζ. δημιουργεί παρέλξεις στον αλπικό τεκτονικό ιστό (άξονες πτυχών, εφιππεύσεις κλπ.)και περιστροφή ρηξιτεμαχών κυρίως γύρω από οριζόντιους άξονες

6.      Στη λεκάνη της Μεγαλόπολης η δραστηριοποίηση των Ρ.Ζ. μετατοπίζεται προς τα δυτικά (εσωτερικό της λεκάνης) με αποτέλεσμα περαιτέρω βύθιση τμημάτων της, στα οποία αποτίθενται νεώτερες πλειστοκαινικές αποθέσεις, οι δε ανωπλειοκαινικές αποθέσεις (Σχ. Μακρισίου και Τριλόφου) να προβάλλουν στο ανατολικό περιθώριο της λεκάνης η οποία εξακολουθεί να αποτελεί ένα κλειστό γεωμορφολογικό και υδρολογικό σύστημα (λίμνη) που περιοδικά επικοινωνεί με τη λεκάνη της Νέδα. Η ταχύτητα ιζηματογένεσης είναι μεγαλύτερη από την ταχύτητα μετακίνησης των ρηγμάτων με αποτέλεσμα την σε πολλές περιπτώσεις κάλυψή τους.

7.      Ασύμμετρη ανάπτυξη του υδρογραφικού δικτύου της Νέδα, περιοδική επικοινωνία του με Ελισσώνα και Γκιωνόρεμα

 

Θ

(Εικ. 6.8)

0.27Μα

-

Σήμερα

1.      Κινηματική ομοιογενοποίηση στο ΜΕΛΥΜΙΤΕ. Κυριαρχούν οι ανοδικές κινήσεις με διαφορετικούς ρυθμούς ανύψωσης.

2.      Δραστηριοποίηση των Ρ.Ζ. Περιστεράς (άλμα 100m), Αγαλιανής, Νέδα (με αλλαγή της φοράς μετατόπισης των εκατέρωθεν τεμαχών, άλμα 150m), Επιτάλιου (άλμα >100m), δυτικό τμήμα Β. και Ν. Λάπιθα, Λύκαιου (άλμα >250m), ανατολικού περιθωρίου Μεγαλόπολης.

3.      Περιστροφές ρηξιτεμαχών γύρω από άξονες διεύθυνσης WSW-ENE. Στις περιοχές Νέδα, δυτικού τμήματος Μίνθης και δυτικού Λάπιθα η φορά περιστροφής είναι τώρα προς τα βόρεια, ενώ το Λύκαιο περιστρέφεται προς νότο.

4.      Δημιουργία μακροπτυχών μεγάλης ακτίνας καμπυλότητας στα ιζήματα των τεκτονικών βυθισμάτων Νέδα και Ζαχάρως με άξονες διεύθυνσης E-W, αλλά και στο δυτικό τμήμα της κοίτης του Αλφειού ποταμού.

 

 

 

5.2 Ρυθμοί βύθισης και ανύψωσης

 

Λαμβάνοντας υπόψη:

 

           i.          Το πάχος των ιζημάτων

          ii.          Τη λιθοστρωματογραφία

        iii.          Τη συνέχεια ή τη διακοπή της ιζηματογένεσης

        iv.          Τη φάση των ιζημάτων

          v.          Τα σημερινά απόλυτα υψόμετρα εμφάνισης των θαλάσσιων πλειστοκαινικών αποθέσεων και

        vi.          Τις παγκόσμιες κλιματικές αλλαγές κατά το Πλειστόκαινο

 

Υπολογίστηκαν οι μέσες ταχύτητες βύθισης και ανύψωσης των λεκανών Κυπαρισσίας – Καλού Νερού, Νέδα και Ζαχάρως κατά το Τεταρτογενές.

 

i. Λεκάνη Κυπαρισσίας - Καλού Νερού

 

Η μέση ταχύτητα βύθισης (Vs) κατά τη διάρκεια της ιζηματογένεσης είναι:

 

  Vs =150.000mm/1.200.000y = 0.125mm/y

 

Η μέση ταχύτητα ανύψωσης (Vu) κατά τη διάρκεια των ανοδικών κινήσεων είναι:

 

 

για μεν τη περιοχή Μύρου - Αλιμακίου (νότια του Περιστερά ποταμού):

 

 

Vu=250.000mm/400.000y= 0.625mm/y (Μύρο)

 

 

για δε τη περιοχή βόρεια του Περιστερά:

 

 

Vu=140.000mm/400.000y=0.35mm/y (Kάκκαβα)

 

 

 

Από κινηματική άποψη διαπιστώνεται ότι το τμήμα της λεκάνης που βρίσκεται νότια του Περιστερά ποταμού (περιοχή Μύρου - Αλιμακίου) ανυψώνεται με σχεδόν διπλάσια μέση ταχύτητα από το τμήμα της λεκάνης που βρίσκεται βόρεια του Περιστερά (περιοχή Κάκκαβα). Επιπλέον η μέση ταχύτητα ανύψωσης στο Μύρο είναι πενταπλάσια της μέσης ταχύτητας βύθισης, ενώ για την περιοχή Κάκκαβα η μέση ταχύτητα ανύψωσης είναι περίπου τριπλάσια της μέσης ταχύτητας βύθισης.

 

ii. Λεκάνη Νέδα

 

Η μέση ταχύτητα βύθισης (Vs) κατά τη διάρκεια της ιζηματογένεσης είναι:

                                         

Vs = 400.000mm / 1.330.000y = 0.30mm/y

 

Η μέση ταχύτητα ανύψωσης (Vu) κατά τη διάρκεια των ανοδικών κινήσεων είναι:

 

 

Για τη περιοχή Καρυών - Φόνισσας (νότιο περιθώριο):

 

 

Vu=150.000mm/270.000y=0.55mm/y (Καρυές)

 

 

Για την κεντρική περιοχή

(Μεγαβούνι - Μαραθιά):

 

 

Vu=320.000mm/270.000y=1.18mm/y (Μεγαβούνι)

 

Για τη περιοχή Λέπρεου - Φασκομηλιάς (βόρειο περιθώριο):

 

 

Vu=400.000mm/270.000y=1.48mm/y (Φασκομηλιά)

 

Στη λεκάνη Νέδα διαπιστώνεται ότι η περιοχή Φασκομηλιάς ανυψώνεται πολύ πιο γρήγορα, με σχεδόν τριπλάσια ταχύτητα από τη περιοχή Καρυών και λίγο ταχύτερα από την κεντρική περιοχή (Μεγαβούνι - Μαραθιά). Επιπλέον η ταχύτητα ανύψωσης στη Φασκομηλιά είναι περίπου 5.5 φορές μεγαλύτερη της ταχύτητας βύθισης, ενώ για την περιοχή Καρυών η ταχύτητα ανύψωσης είναι περίπου διπλάσια της ταχύτητας βύθισης.

 

iii. Λεκάνη Ζαχάρως

 

Η μέση ταχύτητα βύθισης (Vs) κατά τη διάρκεια της θαλάσσιας ιζηματογένεσης είναι:

                                         

  Vs = 280.000mm / 1.330.000y = 0.21mm/y

 

Η μέση ταχύτητα ανύψωσης (Vu) κατά τη διάρκεια των ανοδικών κινήσεων είναι:

 

 

Για την περιοχή Σχίνοι

 (νότιο περιθώριο):

 

 

Vu=140.000mm/270.000y=0.52mm/y (Σχίνοι)

 

Για την περιοχή Ξηροχώρι

(δυτικό - κεντροδυτικό τμήμα):

 

 

Vu=280.000mm/270.000y=1.03mm/y (Ξηροχώρι)

 

 

Για την περιοχή Κουμουθέκρα

(βόρειο περιθώριο):

 

Vu=360.000mm/270.000y=1.33mm/y (Κουμουθέκρα)

 

 

Από κινηματική άποψη, διαπιστώνεται ότι το τμήμα της λεκάνης που βρίσκεται στο βόρειο περιθώριο (περιοχή Κουμουθέκρα) ανυψώνεται με υπερδιπλάσια ταχύτητα από την ταχύτητα με την οποία ανυψώνεται το νοτιοδυτικό άκρο της (Σχίνοι) και με σχεδόν διπλάσια από την κεντρική περιοχή (Ξηροχώρι). Επιπλέον η ταχύτητα ανύψωσης στον Κουμουθέκρα είναι περίπου επτά φορές μεγαλύτερη της ταχύτητας βύθισης, ενώ στις περιοχές Ξηροχωρίου και Σχίνων είναι περίπου τετραπλάσια και τριπλάσια αντίστοιχα.

 

Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη εκτός των προαναφερθέντων και ότι οι μεσοπλειστοκαινικής ηλικίας θαλάσσιες αποθέσεις εμφανίζονται σε υψόμετρα περίπου 300m στο βόρειο περιθώριο του δυτικού τμήματος του Λάπιθα (περιοχή Βρίνας), μπορούμε να ισχυριστούμε ότι σήμερα υπάρχουν οι ακόλουθες νεοτεκτονικές ενότητες:

 

α. Λάπιθας

β. Μίνθη και

γ. Τετράζιο

 

Αυτές οι νεοτεκτονικές ενότητες, από κινηματική άποψη, συμπεριφέρονται σαν τεκτονικά δίπολα, τα οποία περιστρέφονται προς βορρά γύρω από άξονες περιστροφής που έχουν διεύθυνση ENE-WSW (Εικ. 6.9).

 

 

5.3 Ο τύπος παραμόρφωσης της Κεντροδυτικής Πελοποννήσου

 

Για την ερμηνεία του τύπου του εντατικού πεδίου που είναι υπεύθυνο για την παραμόρφωση της Κεντροδυτικής Πελοποννήσου κατά τη νεοτεκτονική περίοδο και ιδιαίτερα κατά τα τελευταία στάδια εξέλιξής της δηλαδή μετά το τέλος απόθεσης των θαλάσσιων ιζημάτων στα τεκτονικά βυθίσματα Κυπαρισσίας - Καλού Νερού, Νέδα και Ζαχάρως αν λάβουμε υπόψη:

 

·     Τη μορφή του υδρογραφικού δικτύου

 

·     Τις διαφοροποιήσεις στην ένταση της κατά βάθος διάβρωσης καθώς και τη γεωγραφική της κατανομή

 

·     Την κατανομή και τη φορά κλίσης των επιφανειών ισοπέδωσης που αναπτύσσονται πάνω στους αλπικούς σχηματισμούς, οι οποίες δείχνουν περιστροφές τεμαχών γύρω από οριζόντιους άξονες προς νότο

 

·     Την κατανομή και τη φορά κλίσης των επιφανειών ισοπέδωσης που αναπτύσσονται πάνω στους θαλάσσιους πλειστοκαινικούς σχηματισμούς, οι οποίες δείχνουν περιστροφές τεμαχών γύρω από οριζόντιους άξονες προς βορρά

 

·     Την τοπογραφική θέση των πηγών και τις υδραυλικές κλίσεις των υπόγειων υδροφορέων

 

·     Τη γεωμετρία της ακτής

 

·     Τη γεωμετρία των ρηξιγενών ζωνών και ρηγμάτων καθώς και το γεγονός ότι σχεδόν σε όλες τις ρηξιγενείς ζώνες και τα ρήγματα είναι παρούσα, σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, η οριζόντια συνιστώσα στη μετατόπιση των εκατέρωθεν τεμαχών, με άλλα λόγια είναι έντονη η παρουσία πλάγιων ή ακόμα και οριζόντιων γραμμών προστριβής στις επιφάνειες των ρηγμάτων παλαιών και νέων

 

·     Τη σημαντική διαφοροποίηση του φαινόμενου κατακόρυφου άλματος κατά μήκος των περιθωριακών ρηξιγενών ζωνών (ψαλιδωτά ρήγματα) σε συνδυασμό με την κλιμακωτή (en-echelon) διάταξη των ρηγμάτων που αποτελούν τις ρηξιγενείς ζώνες καθώς επίσης και μέσα στις νεοτεκτονικές μακροδομές

 

·     Την καμπυλότητα που παρουσιάζουν αρκετές επιφάνειες ρηγμάτων

 

·     Την παρουσία νεοτεκτονικών πτυχών σε διάφορες κλίμακες οι άξονες των οποίων έχουν κυρίως διεύθυνση WSW-ENE

 

·     Τη παραμόρφωση του αλπικού τεκτονικού ιστού κατά τη νεοτεκτο­νική περίοδο.

 

·     Η καμπύλη μορφή που φαίνεται να έχει σε ορισμένες θέσεις η επιφάνεια επώθησης της Πίνδου πάνω στο φλύσχη της ενότητας Γαβρόβου - Τρίπολης, σε συνδυασμό με την συγκλινική ή αντικλινική μορφή που παρουσιάζει σε παρακείμενες της μελετηθείσας περιοχές, μας δίδει τη δυνατότητα να υποθέσουμε ότι και στη μελετηθείσα περιοχή θα πρέπει να συμβαίνει κάτι ανάλογο αν και είναι δύσκολο να κατασκευαστεί ο υπεδαφικός τεκτονικός χάρτης της επαφής των δύο ενοτήτων.

 

·     Τη διάταξη στο χώρο των μεταλπικών αποθέσεων σε συνδυασμό με τη φάση, το πάχος και την ηλικία τους.

 

·     Tις επιτόπου (in situ) μετρήσεις του εντατικού πεδίου που έδειξαν ότι στο οριζόντιο επίπεδο κυριαρχεί άλλοτε η συμπίεση και άλλοτε ο εφελκυσμός, χωρίς φυσικά να είναι γνωστό σε κάθε περίπτωση ούτε εάν οι μετρήσεις αντιστοιχούν στους άξονες κυρίων τάσεων σ1 ή σ2 (η σΗmax) ή στους σ2 ή σ3 (η σΗmin), ούτε τι ποσοστό αξόνων αντιπροσωπεύουν (σαν συνιστώσες τους στο οριζόντιο επίπεδο). Είναι χαρακτηριστικό ότι τα αποτελέσματα των μετρήσεων του εντατικού πεδίου δεν είναι συμβατά σε αρκετές περιπτώσεις με τα προταθέντα από την απλουστευμένη ερμηνεία συμπίεσης ή εφελκυσμού με βάση τη μελέτη των νεοτεκτονικών ρηγμάτων (PAQUIN et al., 1982, 1984, ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ και συνεργάτες 1987). Εάν όμως αντί των απλουστευμένων προτύπων εντατικού πεδίου θλίψης και εφελκυσμού χρησιμοποιηθούν στην ερμηνεία των νεοτεκτονικών ρηγμάτων και πτυχών η διάτμηση και η στρέψη, τότε είναι συμβατές οι μετρήσεις του εντατικού πεδίου. Τα αποτελέσματα των επιτόπου μετρήσεων του εντατικού πεδίου, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στη Μεσσηνία μετά τον καταστροφικό σεισμό της Καλαμάτας (13/9/1986) (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ και συνεργάτες 1987), σε συνδυασμό με τις μετρήσεις που είχαν γίνει από τους PAQUIN et al., 1982, στην Πελοπόννησο φαίνονται στην Εικ. 6.10. Η συνολική εικόνα δείχνει ότι σε ολόκληρη τη ΝΔ Πελοπόννησο επικρατεί συμπίεση σε διεύθυνση περίπου E-W, με μικρότερη συμπίεση (Φιλιατρά, Άμφεια, Στούπα) ή εφελκυσμό (Αλμυρός) σε διεύθυνση Ν-S. Αντίθετα στη Κεντρική Πελοπόννησο επικρατεί μόνο εφελκυσμός και στις δύο προαναφερθείσες διευθύνσεις. Το γενικό αυτό αποτέλεσμα της συμπίεσης σε διεύθυνση E-W, βρίσκεται σε συμφωνία με τη γενικότερη ενεργό γεωδυναμική κατάσταση του ελληνικού τόξου. Οι επιμέρους διαφορές μπορεί να οφείλονται σε διάφορα (λιθολογικά, τεκτονικά, ακρίβειας μεθόδου, κλπ.) αίτια και δεν μπορούν να οδηγήσουν σε αξιόπιστα συμπεράσματα, δεδομένου ότι ο αριθμός των μετρήσεων που έχει γίνει μέχρι τώρα είναι πάρα πολύ μικρός. Πάντως πρέπει να σημειωθεί ότι οι μετρήσεις του εντατικού πεδίου του 1987, συμφωνούν σε σημαντικό βαθμό, τόσο με στοιχεία από τους μηχανισμούς γένεσης σεισμών που αναφέρονται στο χώρο της Δυτικής Πελοποννήσου (ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ & ΔΕΛΗΜΠΑΣΗΣ 1982, PAPAZA_ CHOS et al., 1984, HATZFELD et al., 1989), όσο και με στοιχεία πόλωσης του ηλεκτρικού πεδίου της εξωτερικής ζώνης του ελληνικού τόξου (LAZARIDOU - VAROTSOU & PAPANIKOLAOU 1987), καθώς επίσης και με την γεωμετρία του άξονα (διεύθυνση WSW-ENE) της νεοτεκτονικής μακροπτυχής στα Φιλιατρά (ΜΑΡΙΟΛΑΚΟΣ & ΦΟΥΝΤΟΥΛΗΣ 1991). Οι ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ και συνεργάτες 1987 σημειώνουν ότι οι τιμές του εντατικού πεδίου που μετρήθηκαν το 1987 είναι οι μεγαλύτερες που έχουν παρατηρηθεί μέχρι σήμερα στον ελληνικό χώρο και είναι τουλάχιστον διπλάσιες από τις άλλες περιοχές.

 

·     Την κατανομή των σεισμικών επικέντρων που προσδιορίστηκαν από τα μικροσεισμικά δίκτυα των ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ 1985 ΚΑΙ HATZFELD et al., 1990, σε συνδυασμό με τους μηχανισμούς γένεσης που προσδιορίστηκαν οι οποίοι δείχνουν συνύπαρξη συμπίεσης, εφελκυσμού και οριζόντιας ολίσθησης και μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις σε διευθύνσεις μη αναμενόμενες.

 

Μετά τα όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως, προκύπτει ότι η παραμόρφωση της Κεντροδυτικής Πελοποννήσου και κατ' επέκταση του Ελληνικού τόξου είναι αρκετά πολύπλοκη και "σήμερα" επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την ένταση της σεισμικής δραστηριότητας στις διάφορες περιοχές. Όλες αυτές οι παρατηρήσεις που είναι χαρακτηριστικές για τη νεοτεκτονική παραμόρφωση δείχνουν ότι:

 

1.   Το εντατικό πεδίο του ευρύτερου χώρου είναι του τύπου του ζεύγους αντίρροπων δυνάμεων περιστροφικού χαρακτήρα (rotational couple) και

 

2.   η παραμόρφωση δεν είναι καθαρά θραυσιγενούς τύπου αλλά πλαστικο-θραυσιγενούς τύπου (ductile - brittle type).

 

Μέσα σ' αυτό το ευρύτερο εντατικό πεδίο στρέψης μπορούν να δημιουργηθούν τοπικού χαρακτήρα εντατικά πεδία διαφόρων τύπων π.χ. εφελκυστικά (extensional), συμπιεστικά (compressional) ακόμα και διεφελκυστικά (transtensional) και διαθλιπτικά (trans_ pressional). Κάτω από την επίδραση ενός τέτοιου εντατικού πεδίου, όλες οι αναφερθείσες νεοτεκτονικές δομές μπορούν να ερμηνευθούν.

 

Η περιστροφικού χαρακτήρα παραμόρφωση που υπάρχει μεταξύ των μεταλπικών αποθέσεων του τεκτονικού βυθίσματος Νέδα και του τεκτονικού κέρατος Μίνθης καθώς και η πτύχωση των θαλάσσιων μεταλπικών αποθέσεων του σχηματισμού Νέδα για παράδειγμα, μπορεί να εξηγηθεί σαν αποτέλεσμα τοπικού εντατικού πεδίου διάθλιψης.

 

Τα κανονικά ρήγματα μπορούν να δημιουργηθούν είτε κάθετα στον άξονα εφελκυσμού είτε παράλληλα στον άξονα συμπίεσης. Κατά την άποψη αυτή, ένας μεγάλος αριθμός νεοτεκτονικών κανονικού χαρακτήρα ρηγμάτων σχετίζονται με τοπικά εντατικά πεδία θλίψης (συμπίεσης) και πιο ειδικά σχετίζονται με παραμόρφωση πλαστικο-θραυσιγενούς τύπου (ΜΑΡΙΟΛΑΚΟΣ et al., 1988, ΜΑΡΙΟΛΑΚΟΣ & ΦΟΥΝΤΟΥΛΗΣ 1991, MARIOLAKOS et al., 1991) (Εικ. 6.11).

 

 

6. ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

 

Με βάση τα στοιχεία που παρατέθηκαν στα προηγούμενα κεφάλαια και τα διαδοχικά στάδια εξέλιξης που περιγράφτηκαν, μπορούν να εξαχθούν τα ακόλουθα βασικά συμπεράσματα για το σύνθετο τεκτονικό βύθισμα ΜΕΛΥΜΙΤΕ.

 

·     Το σύνθετο τεκτονικό βύθισμα ΜΕΛΥΜΙΤΕ αποτελεί μια σύνθετη πλαστικο-θραυσιγενούς τύπου νεοτεκτονική δομή, ήτοι μια μεγα-δομή, την οποία μπορεί να θεωρήσει κανείς σαν μία μεγα-πτυχή συγκλινικού τύπου αν λάβει υπόψη του τις γεωτεκτονικές ενότητες και ταυτόχρονα μπορεί να το θεωρήσει ένα τεκτονικό βύθισμα, αφού οριοθετείται και από μεγάλες ρηξιγενείς ζώνες.

 

·     Το σύνθετο τεκτονικό βύθισμα ΜΕΛΥΜΙΤΕ δεν είχε μία ενιαία νεοτεκτονική παραμόρφωση και εξέλιξη σε όλο το χώρο του. Την ίδια χρονική περίοδο, σε κάθε ένα τμήμα του (νεοτεκτονική δομή 2ης, 3ης, ... τάξης) μπορούν να διακριθούν συνθήκες παραμόρφωσης και περιβάλλοντος εξέλιξης, οι οποίες είναι εντελώς διαφορετικές από άλλα γειτονικά τμήματά του. Η διαφοροποίηση αυτή μπορεί να διατηρηθεί όχι μόνο σε ένα στάδιο αλλά σε περισσότερα, δεν είναι δε λίγες οι φορές κατά τις οποίες η διαφοροποίηση αυτή αντιστρέφεται. Πιο απλά, το σύνθετο τεκτονικό βύθισμα ΜΕΛΥΜΙΤΕ αποτελείται από ένα μωσαϊκό μικρότερων ρηξιτεμαχών (blocks), τα οποία μπορούν να συμπεριφέρονται διαφορετικά το καθένα κατά τη διάρκεια της εξέλιξής τους.

 

·     Η παραμόρφωση, κατά τη νεοτεκτονική περίοδο, δεν εντοπίζεται μόνο στα περιθώρια του σύνθετου τεκτονικού βυθίσματος ΜΕΛΥΜΙΤΕ, αλλά και μέσα στο εσωτερικό του τμήμα, στο οποίο κατά θέσεις παρουσιάζει μεγαλύτερη ένταση. Η ένταση αυτή της παραμόρφωσης είναι σημαντικά μεγαλύτερη στο εσωτερικό (ειδικά κατά τα τελευταία στάδια) από ότι σε ορισμένες θέσεις κατά μήκος των περιθωρίων του ΜΕΛΥΜΙΤΕ, όπου κατά τεκμήριο κατά στα τελευταία στάδια είναι σημαντικά εξασθενημένη, παρατηρείται δηλαδή μία μετανάστευση της δράσης από τα περιθώρια στο εσωτερικό, τόσο του ΜΕΛΥΜΙΤΕ, όσο και των 2ης, 3ης, τάξης νεοτεκτονικών μακροδομών που το αποτελούν.

 

·     Η νεοτεκτονική παραμόρφωση εκφράζεται όχι μόνο με ρήγματα, αλλά και με πτυχές, δομές από τις οποίες άλλες έχουν πρωτεύουσα και άλλες δευτερεύουσα σημασία στη νεοτεκτονική δομή και εξέλιξη της περιοχής. Έτσι τα κύρια ρήγματα ή οι μεγάλες ρηξιγενείς ζώνες:

 

1.   οριοθετούν τόσο την 1ης τάξης νεοτεκτονική μακροδομή ΜΕΛΥΜΙΤΕ από τις γειτονικές νεοτεκτονικές μακροδομές (π.χ. Λάπιθας, όρη Κυπαρισσίας), όσο και τις 2ης, 3ης, κλπ. τάξης νεοτεκτονικές μακροδομές μεταξύ τους

 

2.   οριοθετούν τόσο παλαιογεωγραφικά όσο και σήμερα γεωλογι­κούς σχηματισμούς

 

3.   μεταθέτουν σημαντικά τους εκατέρωθεν σχηματισμούς

 

4.   όχι μόνο παρεμβαίνουν, αλλά καθορίζουν τις μορφογενετι­κές διαδικασίες μέσα από τη δημιουργία μορφολογικών ασυνεχειών, κάμψεων των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου, οριοθέτηση αναβαθμίδων ή επιφανειών ισοπέδωσης

 

5.   είναι δυνατόν να έδρασαν σε ένα στάδιο, σε διαδοχικά στάδια ή σε μη διαδοχικά στάδια

 

Οι πτυχές και εν γένει η πλαστική παραμόρφωση, η οποία δεν γίνεται εύκολα αντιληπτή στην επιφάνεια λόγω της έντονης παρουσίας του θραυσιγενούς τεκτονισμού, έχει παίξει καθοριστικό ρόλο τόσο στη δημιουργία του σύνθετου τεκτονικού βυθίσματος ΜΕΛΥΜΙΤΕ (ένα μεγα-σύγκλινο σε επίπεδο γεωτεκτονικών ενοτήτων), όσο και στην εξέλιξή του, ιδιαίτερα των 2ης, 3ης, τάξης νεοτεκτονικών μακροδομών. Επιπλέον έχει επηρεάσει σημαντικά τις μορφογενετικές διαδικασίες. Η σημερινή εικόνα είναι αποτέλεσμα των προαναφερθεισών περιπτώσεων.

 

·     Μερικά από τα ρήγματα που έχουν δράσει σε ένα συγκεκριμένο στάδιο, εμφανίζονται να έχουν δράσει κυρίως σε μία καθορισμένη περιοχή, ενώ σπάνια έδρασαν σε άλλες θέσεις. Σε αρκετές περιπτώσεις, η δράση ρηγμάτων σε επόμενο στάδιο, φαίνεται να μετατίθεται σε άλλο γεωγραφικό χώρο γειτονικό προς τον προηγούμενο, συνήθως προς το εσωτερικό των λεκανών (παράδειγμα η μετατόπιση των ρηξιγενών ζωνών Κυπαρισσίας ­Αετού στον Περιστερά ποταμό και της Βόρειας ρηξιγενούς ζώνης του Λάπιθα στον ποταμό Αλφειό). Τούτο σε ορισμένες περιπτώσεις (π.χ. Λάπιθας) θα μπορούσε να έχει σχέση με φαινόμενα διαπειρισμού, των οποίων η δράση θα ήταν δυνατόν να είχε αντίστοιχη διάρκεια.

 

·     Το κινηματικό καθεστώς ορισμένων ρηγμάτων αλλάζει στη διάρκεια της νεοτεκτονικής εξέλιξης κατά τα διαδοχικά ή μη στάδια, με αποτέλεσμα να υπάρχει και αντίστοιχη εικόνα στα εκατέρωθεν τεμάχη που οριοθετούν. Ένας συνδυασμός τέτοιων περιπτώσεων ρηγμάτων οριοθετεί ρηξιτεμάχη, τα οποία δημιουργούν στο ένα στάδιο τεκτονικό βύθισμα και σε επόμενο στάδιο τεκτονικό κέρας. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της ρηξιγενούς ζώνης Νέδα, η οποία ενώ στα αρχικά στάδια συνέβαλε στη δημιουργία του ομώνυμου τεκτονικού βυθίσματος, οπότε το βόρειο τέμαχος κατερχόταν και το νότιο ανερχόταν, στο τελευταίο στάδιο αντιστράφηκε έτσι ώστε, το βόρειο τέμαχος να ανέρχεται και το νότιο σχετικά να κατέρχεται.

 

·     Όμως η αλλαγή στο κινηματικό καθεστώς ορισμένων ρηγμάτων δεν σημαίνει ταυτόχρονα και αλλαγή στο εντατικό πεδίο του ευρύτερου χώρου το οποίο κατά τη γνώμη μας δεν πρέπει να έχει αλλάξει σημαντικά σε όλο το χρονικό διάστημα εξέλιξης του σύνθετου τεκτονικού βυθίσματος ΜΕΛΥΜΙΤΕ. Δηλαδή τα κύρια χαρακτηριστικά στη γεωμετρία των ρηγμάτων και η παρουσία της οριζόντιας συνιστώσας μικρής ή μεγάλης είναι σχεδόν παντού σταθερά. Οι διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται έχουν κυρίως τοπικό χαρακτήρα, σε ορισμένες δε περιπτώσεις μπορεί και να συνδέονται με φαινόμενα διαπειρισμού, κάτι που έχει διαπιστωθεί στο γειτονικό τεκτονικό βύθισμα Πύργου - Ολυμπίας (ΛΕΚΚΑΣ et al., 1992).

 

·     Ορισμένα από τα ρηξιτεμάχη λειτουργούν συνεχώς σαν τεκτονικά βυθίσματα ή τεκτονικά κέρατα. Τέτοιες περιπτώσεις είναι τα τεκτονικά κέρατα Μίνθης, Τετράζιου, Λύκαιου, τα τεκτονικά βυθίσματα Κυπαρισσίας - Καλού Νερού, Μεγαλόπολης κλπ..

 

·     Oι περισσότερες ρηξιγενείς ζώνες ή και ρήγματα παρουσιάζουν περιστροφή των εκατέρωθεν τεμαχών, ενώ ο συνδυασμός τέτοιων ρηξιγενών ζωνών προκαλεί περιστροφές ρηξιτεμαχών που φανερώνουν και ανάλογο εντατικό πεδίο.

 

·     Τα πλέον σύγχρονα ρήγματα και ρηξιγενείς ζώνες, ειδικά αυτά που βρίσκονται στο NW τμήμα, πρέπει να συνδέονται με την παρουσία διαπείρων σε βαθύτερα ή όχι σημεία. Τέτοιες περιπτώσεις έχουν αναφερθεί, στη χερσόνησο της Κυλλήνης από τους ΜΑΡΙΟΛΑΚΟ et al., 1989, όπου παρατηρήθηκε ενεργοποίηση των ρηγμάτων (που έδρασαν ούτως ή άλλως στο Ολόκαινο) κατά τους σεισμούς της 16-8-1988.

 

·     Οι πτυχές απαντώνται σε διάφορες κλίμακες, με γωνία σκελών που ποικίλει. Πάντως ο κανόνας είναι ότι, όσο νεώτερη είναι η πτυχή τόσο μεγαλύτερη είναι και η γωνία των σκελών. Επιπλέον πρέπει να τονιστεί ότι οι πτυχές αυτές δεν έχουν δημιουργηθεί σε συνθήκες βάθους (θεωρητικά περιοχή πλαστικής παραμόρφωσης), αλλά σε συνθήκες επιφανειακές (θεωρητικά περιοχή θραυσιγενούς παραμόρφωσης) και βέβαια δεν είναι δυνατόν να ισχυριστεί κανείς ότι πρόκειται για ιζηματογενείς δομές, δεδομένου ότι έχουν παραμορφωθεί όλα τα στρώματα του σχηματισμού (π.χ. Τσεμπερούλα) και όχι τμήμα τους, η δε γεωμετρία τους (διεύθυνση άξονα) είναι σταθερή και συγκεκριμένη σε κάθε περίπτωση.

 

Με βάση λοιπόν τα στοιχεία από τη γεωλογία, τη γεωμορφολογία, την τεκτονική - νεοτεκτονική, σεισμολογία και όσα αναφέρθηκαν για τα διαδοχικά στάδια της νεοτεκτονικής εξέλιξης της περιοχής μελέτης, είναι εύκολο πλέον να διακριθούν τα μη ενεργά, πιθανώς ενεργά και ενεργά ρήγματα και ρηξιγενείς ζώνες στη περιοχή μελέτης. Η διάκριση αυτή παρουσιάζεται στο νεοτεκτονικό χάρτη που παρατίθεται εκτός κειμένου.